Έλεγχος ανδρικής υπογονιμότητας
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, υπογονιμότητα ορίζεται ως η αδυναμία ενός ζευγαριού,
να επιτύχει σύλληψη και να τεκνοποιήσει μετά από τουλάχιστον 12 μήνες συχνών σεξουαλικών επαφών χωρίς τη χρήση αντισυλληπτικών μεθόδων.
Περίπου 15% των ζευγαριών αντιμετωπίζουν πρόβλημα υπογονιμότητας. Η υπογονιμότητα ενός ζευγαριού μπορεί να οφείλεται είτε σε κάποιο ανδρικό παράγοντα, είτε σε κάποιο γυναικείο παράγοντα, είτε σε συνδυασμό ανδρικού και γυναικείου παράγοντα.
Οι κύριες αιτίες ανδρικής υπογονιμότητας είναι:- Κιρσοκήλη
- Δυσλειτουργία του θυρεοειδούς
- Μη φυσιολογικές τιμές άλλων ορμονών (FSH, τεστοστερόνη, LH, προλακτίνη)
- Ανατομικές ανώμαλίες του γεννητικού συστήματος
- Χρωμοσωμικές ανωμαλίες
- Φλεγμονές του γεννητικού συστήματος
- Διαβήτης
- Άλλοι παράγοντες (κάπνισμα, αλκοόλ, ανθυγιεινή διατροφή, ατμοσφαιρική ρυπανση, τοξικές ουσίες, στρες κ.α.)
Εργαστηριακές εξετάσεις διερεύνησης της ανδρικής υπογονιμότητας
Σπερμοδιάγραμμα
Η βασική εργαστηριακή εξέταση για τον έλεγχο της ανδρικής υπογονιμότητας είναι το σπερμοδιάγραμμα. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει θέσει τα κριτήρια και τις τιμές αναφοράς σχετικά με τον έλεγχο των διάφορων χαρακτηριστικών του σπέρματος.
Με το σπερμοδιάγραμμα προσδιορίζονται οι εξής παράμετροι:
Μακροσκοπική παρατήρηση σπέρματος:
Όγκος: Ο φυσιολογικός όγκος σπέρματος από μία εκσπερμάτιση μετά από σεξουαλική αποχή 2-7 ημερών είναι 2-6ml. Διακρίνουμε επίσης τις εξής περιπτώσεις:
- Ασπερμία: Καθόλου υλικό μετά την εκσπερμάτιση
- Υποσπερμία: Όγκος σπέρματος μικρότερος από 0,5ml
- Υπερσπερμία: Όγκος σπέρματος μεγαλύτερος από 6ml
pH: Το φυσιολογικό δείγμα έχει pH μεγαλύτερο από 7,2.
Ιξώδες: Αμέσως μετά την εκσπερμάτιση το σπέρμα παρουσιάζει αυξημένο ιξώδες το οποίο μειώνεται σημαντικά 15 λεπτά μετά. Δείγμα με υψηλό ιξώδες υποδηλώνει δυσλειτουργία του προστάτη αδένα.
Υγροποίηση: Το σπέρμα φυσιολογικά υγροποιείται 15 λεπτά μετά την εκσπερμάτιση σε θερμοκρασία δωματίου.
Χρώμα: Το χρώμα του σπέρματος έχει μια γκρίζα απόχρωση. Ωστόσο ελέγχεται τυχόν αλλοίωση του χρώματος που μπορεί να οφείλεται στην παρουσία ερυθροκυττάρων (αιμοσπερμία), στη λήψη ορισμένων φαρμάκων ή βιταμινών κ.α.
Μικροσκοπική παρατήρηση σπέρματος:
Συγκέντρωση σπερματοζωαρίων: Είναι ο αριθμός των σπερματοζωαρίων σε 1 ml δείγματος. Η φυσιολογική συγκέντρωση παίρνει τιμές μεγαλύτερες από 15 εκατομμύρια σπερματοζωάρια σε 1 ml δείγματος.
Συνολικός αριθμός σπερματοζωαρίων: Εξαρτάται από την ικανότητα των όρχεων να παράγουν σπερματοζωάρια. Το κατώτερο φυσιολογικό όριο είναι 39 εκατομμύρια σε μία εκσπερμάτιση.
Αζωοσπερμία: Απουσία σπερματοζωαρίων από το δείγμα
Ολιγοσπερμία: Μικρός αριθμός σπερματοζωαρίων στο δείγμα, 15-39 εκατομμύρια σπερματοζωάρια
Κρυπτοσπερμία: Μετά από φυγοκέντριση του δείγματος παρατηρήθηκαν λίγα σπερματοζωάρια
Κινητικότητα σπερματοζωαρίων: Η κινητικότητα χωρίζεται σε 4 κατηγορίες:
α. Πρόσθια προωθητική.
β. Πρόσθια μέτρια και όχι ευθύγραμμη.
γ. Επιτόπια ή τρομώδης.
δ. Μηδενική (ακίνητα σπερματοζωάρια).
Το άθροισμα (α+β) πρέπει να είναι τουλάχιστον 32% και το άθροισμα (α+β+γ) πρέπει να είναι τουλάχιστον 40%, την πρώτη ώρα.
Ζωτικότητα σπερματοζωαρίων: Υπολογίζεται η εκατοστιαία αναλογία των ζωντανών σπερματοζωαρίων. Η πληροφορία αυτή είναι πολύ σημαντική ιδιαίτερα σε δείγμα με πολύ υψηλό ποσοστό ακίνητων σπερματοζωαρίων, διότι ακόμα και τα ακίνητα ζωντανά σπερματοζωάρια είναι δυνατόν να γονιμοποιήσουν ένα ωάριο κατά τη διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης. Σε φυσιολογικό δείγμα το ποσοστό ζωντανών σπερματοζωαρίων είναι μεγαλύτερο από 58%.
Μορφολογία σπερματοζωαρίων: Σύμφωνα με τα κριτήρια που έχει θέσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, τα μη φυσιολογικά σπερματοζωάρια κατηγοριοποιούνται ανάλογα με το τμήμα του σπερματοζωαρίου που έχει άτυπη μορφή (κεφαλή, αυχένας, ουρά και κυτταροπλασματική σταγόνα).
Τερατοσπερμία: Ποσοστό σπερματοζωαρίων με φυσιολογική μορφή μικρότερο από 4%.
Συγκόλληση σπερματοζωαρίων: Μάζα 10 ή περισσότερων κολλημένων σπερματοζωαρίων. Οφείλεται συνήθως στην παρουσία αντισπερματικών αντισωμάτων.
Παρουσία λευκών αιμοσφαιρίων ή άλλων κυττάρων: Σε φυσιολογικό δείγμα ο αριθμός των λευκών αιμοσφαιρίων πρέπει να είναι μικρότερος από 1 εκατομμύριο. Η παρουσία μεγαλύτερου αριθμού λευκών αιμοσφαιρίων στο σπέρμα υποδηλώνει φλεγμονή ή άλλες παθήσεις στις οποίες μπορεί να οφείλεται η υπογονιμότητα.
Η εξέταση αυτή συνιστάται στις εξής περιπτώσεις:
- Διερεύνηση γονιμότητας ζευγαριού
- Σε ζευγάρια υπογόνιμα, πριν τη διαδικασία εξωσωματική
- Ιστορικό κιρσοκήλης, κρυψορχίας, συστροφής όρχεων
- Σε άτομα που πέρασαν κάποια πάθηση του ουρογεννητικού συστήματος
- Πριν την κρυοσηντήρηση σπέρματος που θα χρησιμοποιηθεί μελλοντικά
- Χειρουργικές διαδικασίες που ενδέχεται να έχουν επηρεάσει το γεννητικό σύστημα
- Μετά από απολίνωση σπερματικών πόρων
- Σοβαρός τραυματισμός όρχεων
Συμπληρωματικές εξετάσεις για τον έλεγχο της ανδρικής υπογονιμότητας
Αξίζει να σημειωθεί ότι περίπου 15% των ανδρών με φυσιολογικές τιμές για τις παραμέτρους του σπερμοδιαγράμματος, αντιμετωπίζουν προβλήματα υπογονιμότητας. Αυτό συμβαίνει γιατί είναι πιθανό να συνυπάρχουν κάποιοι άλλοι παράγοντες (ορμονικοί, βιοχημικοί, γενετικοί κ.α.) που δεν ανιχνεύονται με το σπερμοδιάγραμμα αλλά επηρεάζουν αρνητικά τη διαδικασία της σπερματογένεσης, της γονιμοποίησης και τις διαδικασίες που ακολουθούν (εμβρυική ανάπτυξη, εμφύτευση κ.α.)
Στο εργαστήριό μας προσφέρουμε επιπλέον εξετάσεις για πιο ολοκληρωμένο και λεπτομερή έλεγχο της ανδρικής υπογονιμότητας:
Γενετικός έλεγχος
- Έλεγχος για τον κατακερματισμό του DNA σπέρματος
- Καρυότυπος Περιφερικού Αίματος,
- Μικροελλέιψεις στο Υ χρωμόσωμα
- Μεταλλάξεις Κυστικής Ίνωσης
Μικροβιολογικός έλεγχος σπέρματος
- Καλλιέργεια σπέρματος και αντιβιόγραμμα
- Μοριακή ανίχνευση μυκοπλάσματος, ουρεοπλάσματος και χλαμυδίων
Ορμονικός έλεγχος
- LH, FSH, Τεστοστερόνη, Προλακτίνη,
- Ορμόνες Θυρεοειδούς (T3, T4, TSH)
Ανοσολογικός έλεγχος
- Αντισπερματικά αντισώματα
Κατακερματισμός DNA σπέρματος
Ο έλεγχος του ποσοστού σπερματοζωαρίων με κατακερματισμένο DNA είναι μέθοδος αξιολόγησης της ποιότητας του DNA σπερματοζωαρίων.
Η ακεραιότητα του DNA των σπερματοζωαρίων έχει σημαντικό αντίκτυπο στην εμβρυική ανάπτυξη από το στάδιο της βλαστοκύστης, καθώς επίσης και στα επόμενα στάδια (εμφύτευση γονιμοποιημένου ωαρίου κ.α.). Ακόμα και αν ένα ωάριο γονιμοποιηθεί από ένα μορφολογικά φυσιολογικό σπερματοζωάριο, του οποίου όμως το DNA είναι κατακερματισμένο, είναι πολύ πιθανό να ανασταλεί η εμβρυική ανάπτυξη ή να αποτύχει η εμφύτευση και να έχουμε αποβολή.
Η εξέταση αυτή συνιστάται σε:
- Ζευγάρια με ανεξήγητη υπογονιμότητα
- Ζευγάρια με επαναλαμβανόμενες αποβολές
- Ζευγάρια με αποτυχημένες προσπάθειες εξωσωματικής γονιμοποίησης
- Ιστορικό κιρσοκήλης
- Άνδρες προχωρημένης ηλικίας
- Μη φυσιολογικές τιμές σπερμοδιαγράμματος
Η πιθανότητα υψηλού ποσοστού κατάτμησης DNA σπέρματος είναι μεγάλη στους άνδρες με μη φυσιολογικές τιμές σπερμοδιαγράμματος. Εντούτοις, έχει παρατηρηθεί υψηλό επίπεδο κατακερματισμού του DNA σπέρματος και σε άνδρες με φυσιολογικές τιμές σπερμοδιαγράμματος. Επομένως, ο έλεγχος της ποιότητας του DNA σπέρματος συμπληρώνει τη βασική εξέταση σπέρματος (σπερμοδιάγραμα) και μας δίνει σημαντικές πληροφορίες για την αντιμετώπιση της υπογονιμότητας του άνδρα.
Επίσης, αυτή η εξέταση θα βελτιώσει τα κριτήρια επιλογής ενός ζευγαριού σχετικά με τη μέθοδο υποβοηθούμενης αναπαραγωγής που θα ακολουθήσει.
Οδηγίες λήψης δείγματος για τη διενέργεια εργαστηριακών εξετάσεων
Επειδή η επεξεργασία και η αξιολόγηση του σπέρματος γίνεται σε πολύ αυστηρά χρονικά πλαίσια, προτείνεται να γίνει η λήψη του δείγματος στο εργαστήριο. Εάν συλλεχθεί σε δικό σας χώρο, θα πρέπει να δοθεί στο εργαστήριο εντός 30 λεπτών από τη συλλογή του και να καταγραφεί η ακριβής ώρα συλλογής του.
Κατά τη διάρκεια μεταφοράς του στο εργαστήριο, το δείγμα πρέπει να διατηρείται σε θερμοκρασία 20 °C – 37 °C.
Το δείγμα πρέπει να συλλεχθεί μετά από αποχή ερωτικών επαφών 2-7 ημερών. Είναι απαραίτητη η καταγραφή του αριθμού των ημερών αποχής.
Το δείγμα πρέπει να συλλεχθεί σε αποστειρωμένο δοχείο το οποίο δεν είναι τοξικό για σπερματοζωάρια.
Δεν ενδείκνυται η χρήση προφυλακτικού για τη λήψη του δείγματος. Σε περίπτωση που αυτό δεν είναι εφικτό, συνιστάται η χρήση προφυλακτικού χωρίς σπερματοκτόνες ουσίες.
Είναι σημαντικό να συλλεχθεί ολόκληρη η ποσότητα σπέρματος από μία εκσπερμάτιση και να μη χαθεί κάποιο μέρος του δείγματος.